Η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας (International Women's Day) γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 8 Μαρτίου, σε ανάμνηση μιας μεγάλης εκδήλωσης διαμαρτυρίας που έγινε στις 8 Μαρτίου του 1857 από εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, οι οποίες ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας. Η πρώτη Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας γιορτάστηκε το 1909 με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ και υιοθετήθηκε δύο χρόνια αργότερα από τη Σοσιαλιστική Διεθνή.
Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, η φεμινίστρια Αλεξάνδρα Κολοντάι έπεισε τον Λένιν να καθιερώσει την 8η Μαρτίου ως επίσημη αργία. Γρήγορα, όμως, η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας έχασε το πολιτικό της υπόβαθρο και εορτάζεται ως έκφραση συμπαθείας των ανδρών προς τις γυναίκες, με προσφορά λουλουδιών και δώρων.
Η Αλεξάνδρα Μιχάιλοβνα Κολλοντάι, γεννημένη ως Ντομοντόβιτς, 31 Μαρτίου/19 Μαρτίου 1872 – 9 Μαρτίου 1952) ήταν Ρωσίδα κομμουνίστρια επαναστάτρια, αρχικά ως μέλος των Μενσεβίκων, και μετά το 1914 ως Μπολσεβίκος. Εξορίστηκε από τον Στάλιν ο οποίος την έστειλε στο εξωτερικό ως διπλωμάτη, και έτσι ήταν μία από τους πολύ λίγους «Παλιούς Μπολσεβίκους» που απέφυγαν το θάνατο στη διάρκεια των Μεγάλων Εκκαθαρίσεων της δεκαετίας του ’30.
Κατά τη διάσπαση του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος στους Μενσεβίκους υπό τον Γιούλιους Μάρτοβ και τους Μπολσεβίκους υπό τον Βλαντιμίρ Λένιν το 1903, η Κολλοντάι δεν υποστήριξε καμία πλευρά. Ωστόσο, άρχισε να αποστρέφεται όψεις του Μπολσεβικισμού και επέλεξε τους Μενσεβίκους.
Το 1914 η Κολλοντάι προσχώρησε στους Μπολσεβίκους και επέστρεψε στη Ρωσία, μετά από μια περίoδο εξορίας για τις πρότερες πολιτικές της δραστηριότητες. Μετά την Μπολσεβίκικη επανάσταση τον Οκτώβριο του 1917, έγινε Λαϊκός Κομισάριος για την Κοινωνική Πρόνοια. Ήταν η πιο εξέχουσα γυναίκα στην Σοβιετική διοίκηση και ήταν περισσότερο γνωστή για την ίδρυση του Ζενοτντέλ ή "Τμήμα Γυναικών" το 1919. Η οργάνωση αυτή δούλευε για την βελτίωση των συνθηκών της ζωής των γυναικών στη Σοβιετική Ένωση, για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και την εκπαίδευση των γυναικών για τους νέους νόμους περί γάμου, εκπαίδευσης και εργασίας που τέθηκαν σε εφαρμογή από την Επανάσταση. Αργότερα αναγνωρίστηκε για σοσιαλιστικό φεμινισμό. Το Ζενοτντέλ έκλεισε τελικά το 1930.
Στην κυβέρνηση, η Κολλοντάι έκανε διαρκώς όλο και περισσότερο εσωτερική κριτική του Κομμουνιστικού Κόμματος, και μαζί με τον φίλο της, Αλεξάντερ Σλυαπνίκοβ, σχημάτισαν μια αριστερή ομάδα εντός του κόμματος που έγινε γνωστή ως Εργατική Αντιπολίτευση. Ωστόσο, ο Λένιν κατάφερε να διαλύσει την Εργατική Αντιπολίτευση, και μετά από αυτό η Κολλοντάι λίγο ή πολύ βγήκε ολοκληρωτικά εκτός πολιτικής δράσης.
Η Κολλοντάι δεν είχε πολιτική επιρροή και διορίστηκε από το Κόμμα σε διάφορες διπλωματικές θέσεις από τις αρχές της δεκαετίας του ’20, που την κράτησαν μακρυά από την ενεργοποίηση σε καθοδηγητικό ρόλο στην πολιτική για τις γυναίκες της ΕΣΣΔ. Το 1923 διορίστηκε Πρέσβειρα της Σοβιετικής Ένωσης στη Νορβηγία, και έγινε έτσι η πρώτη παγκοσμίως γυναίκα Πρέσβυς. Αργότερα υπηρέτησε ως Πρέσβειρα στο Μεξικό και τη Σουηδία. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξαν κάποιες συζητήσεις των Ναζί για το πώς η πρεσβεία της στη Στοκχόλμη θα μπορούσε δυνητικά να γίνει κανάλι Γερμανο-Σοβιετικών διαπραγματεύσεων, αν και ποτέ δεν έγιναν πράξη. Ήταν επίσης μέλος της Σοβιετικής αντιπροσωπείας στην Κοινωνία των Εθνών. Πέθανε το 1952.
Η Αλεξάνδρα Κολλοντάι ήταν μια ασυνήθιστη μορφή στην ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς ήταν μια «Παλιά Μπολσεβίκα» και μείζων δημόσια κριτικός του Κομμουνιστικού Κόμματος, όμως δεν εκκαθαρίστηκε ή εκτελέστηκε από το σταλινικό καθεστώς - ίσως επειδή ως διπλωμάτης που υπηρετούσε στο εξωτερικό, είχε μικρή ή καθόλου επιρροή στην κυβερνητική πολιτική ή επιχειρήσεις, κι έτσι ήταν ουσιαστικά εξόριστη.
Η άνοδος του φεμινιστικού κινήματος στη Δύση τη δεκαετία του '60 αναζωογόνησε τη Διεθνή Ημέρα της Γυναίκας, που από το 1975 διεξάγεται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, με αιχμή του δόρατος την ανάδειξη των γυναικείων προβλημάτων και δικαιωμάτων.
0 Σχόλια