Υπάρχουν άνθρωποι που γαλουχήθηκαν με την νοοτροπία πως η αγάπη τα λύνει όλα. Υπάρχουν κι άλλοι, που από τα πρώτα τους κιόλας βήματα, έμαθαν πως ευτυχία είναι να έχεις ένα δυνατό μέλλον, πολλά υποσχόμενο στο κομμάτι δουλειάς και, κατά συνέπεια, πολλά χρήματα.
Υπάρχουμε κι εμείς, που πάντα πιστεύαμε πως θα σώσουμε τον κόσμο επειδή είμαστε καλοκάγαθοι και μοιράζουμε απλόχερα και την αγάπη αλλά και τα χρήματά μας. Εμείς, που μεγαλώσαμε με την πεποίθηση πως αν δείξουμε στον κόσμο τι σημαίνω «αγαπώ» θα τον βελτιώσουμε.
Ναι, εμείς που ζούμε στη φούσκα μας και στον ονειρικό μας πλανήτη. Που δεν πιστέψαμε ποτέ πως τα πράγματα είναι τόσο κυνικά και άσχημα. Που δε θελήσαμε να δούμε πόσο σάπιος είναι ο κόσμος και τον ψεκάζαμε συνεχώς με δυνατά αρώματα έχοντας την ελπίδα πως θα ποτίσει και θα καλύψει αυτή τη μπόχα.
Που βγάζαμε κομμάτι από την ψυχή μας και το μετατρέπαμε σε μια παλέτα γεμάτη χρώματα και τη μοιράζαμε σ’ όσους είχαν βυθιστεί στο μουντό γκρίζο.
Εμείς, που παλεύαμε πάντα για το καλό των άλλων, χωρίς όμως να υπολογίσουμε κάτι πολύ βασικό.Πως δεν μπορείς να βοηθήσεις κάποιον αν εκείνος δεν είναι διατεθειμένος να βοηθηθεί. Πως δεν μπορείς να σώσεις τον κόσμο αν ο ίδιος δε θέλει να σωθεί. Ό,τι και να κάνεις, όσο καλό κι αν προσφέρεις, αν ο άλλος δεν προτίθεται να το αξιοποιήσει, τζάμπα κόπος είναι.
Το πιθανότερο σενάριο, είναι πως κάποια στιγμή θα κουραστείς, θ’ αδειάσεις. Θα δίνεις μόνιμα κομμάτια από εσένα, θα μοιράζεις την αγάπη και την ενέργειά σου ώσπου δε θα χεις άλλο να δώσεις πια. Ώσπου δε θα έχεις το κουράγιο και το σθένος να βοηθήσεις. Θα είσαι πάντα εκεί γι αυτούς που νοιάζεσαι, για εκείνους που σε χρειάζονται, μα κάποια στιγμή δε θ’ αντέξεις άλλο.
Δεν είναι πως περιμένεις να πάρεις τίποτα πίσω, ό,τι κάνεις, το κάνεις γιατί νιώθεις εσύ καλά με το να προσφέρεις. Είναι όμως που δε γίνεται να σπαταλάς την ενέργειά σου σε κάτι και να μην υπάρχει τίποτα από το οποίο μπορείς εσύ να λάβεις ενέργεια για να λειτουργήσεις ξανά. Θα φτάσεις σ’ ένα σημείο που θα έχουν ρουφήξει όλη σου τη ζωτικότητα και θα νιώθεις άδειος πια. Κενός. Ανήμπορος να προσφέρεις. Ν’ αγαπήσεις εσύ ο ίδιος και ν’ αγαπηθείς.
Θ’ αλλάξεις. Θα δοκιμάσεις να γίνεις σαν εκείνους, να δεις πώς ζουν και πώς καταφέρνουν να επιβιώνουν. Θα προσπαθήσεις πολύ για να καταλάβεις. Για να ταιριάξεις. Δε θα τα καταφέρεις. Δε θα μπορέσεις να χωρέσεις στα καλούπια τους. Δεν είσαι σαν κι αυτούς εσύ. Δε θ’ αντέξεις τη μιζέρια τους και τη βουβή ζωή τους.
Εσύ θέλεις χρώματα, ένταση, πάθος, αγάπη. Θέλεις να ζεις κι όχι απλά να υπάρχεις. Θέλεις να νιώθεις, να προσφέρεις, να μοιράζεσαι. Θέλεις να είσαι ελεύθερος.
Δεν μπορείς το μέτριο, δε γεννήθηκες για αυτό. Κι ας σε λένε φαντασμένο. Ξέρεις πως δε σου ταιριάζει αυτός ο κόσμος. Δεν είναι για σένα ούτε αυτή η σαπίλα που επικρατεί ούτε οι άνθρωποι που έγιναν μηχανές. Που ξέχασαν να ζουν κι απλά επιβιώνουν.
Δεν είναι αυτή η ζωή. Ζω, σημαίνει αγαπώ. Αγαπώ, σημαίνει νοιάζομαι. Νοιάζομαι, σημαίνει προσφέρω.
Όχι, δεν είμαστε εμείς οι φαντασμένοι, οι τρελοί κι οι ονειροπόλοι. Εμείς είμαστε πλάσματα που βρέθηκαν εδώ «κατά τύχη» και προσπαθούν να βάλουν μια τάξη στη χαώδη αταξία σας. Που θέλουν να βοηθήσουν αλλά δεν το επιτρέπετε.
Ναι, σ’ εσένα μιλάω, άνθρωπε. Σ’ εσένα που δε βλέπεις πόση ευτυχία βρίσκεται κρυμμένη μέσα σου. Και που πασχίζεις να τη βρεις γύρω σου, σε κάθε εξωγενή παράγοντα. Μα ξεχνάς πως η ευτυχία πηγάζει εκ των έσω.
Ό,τι σπείρεις θα θερίσεις, που λένε. Κι όσο κυνηγάς τη ρουτίνα, τη μιζέρια και τη δυστυχία, αυτά θα λαμβάνεις. Όσο παλεύεις να καλύψεις τα κενά σου μέσα από άλλους ανθρώπους ή πράγματα, πάντα θα μένουν κενά.
Θα γεμίζεις για λίγο, μα πάλι άδειος θα είσαι αύριο. Και δε θα νιώθεις ποτέ πλήρης. Γιατί ποτέ σου δε θα καταλάβεις πώς είναι να ζεις. Θα παλεύεις καθημερινά και θα γκρινιάζεις πως η ζωή είναι άδικη μαζί σου, πως η μοίρα στα έφερε όλα στραβά και θα βρίσκεις πάντα δικαιολογίες για να καλύψεις την ανικανότητά σου. Την ανικανότητα να τα βρεις με τον εαυτό σου. Γιατί, ξέρεις. Αυτό, είναι η αρχή του παντός.
Κι όμως, η ζωή μερικές φορές είναι άδικα δίκαιη με κάποιους.
Μάθε, άνθρωπε. Αγάπα. Μην υποτάσσεσαι και μη διατάζεις. Βρες τις ισορροπίες σου και μάθε επιτέλους να ζεις.
Ανακάλυψε την πραγματική ευτυχία μέσα σου. Μόνο τότε θα είσαι πλήρης. Μόνο τότε θα μπορέσεις να καταλάβεις. Ν’ αγαπήσεις πραγματικά και να απελευθερωθείς από τα δεσμά σου.
Ακόμα μαριονέτα είσαι κι ας φωνάζουν τα χείλη σου το αντίθετο.
Δες. Ψάξε. Μάθε.
Ζεις σ’ έναν Παράδεισο και δεν το έχεις πάρει χαμπάρι.
Γράφει η Δώρα Κουτσογιάννη
πηγή: αναπνοές
Υπάρχουμε κι εμείς, που πάντα πιστεύαμε πως θα σώσουμε τον κόσμο επειδή είμαστε καλοκάγαθοι και μοιράζουμε απλόχερα και την αγάπη αλλά και τα χρήματά μας. Εμείς, που μεγαλώσαμε με την πεποίθηση πως αν δείξουμε στον κόσμο τι σημαίνω «αγαπώ» θα τον βελτιώσουμε.
Ναι, εμείς που ζούμε στη φούσκα μας και στον ονειρικό μας πλανήτη. Που δεν πιστέψαμε ποτέ πως τα πράγματα είναι τόσο κυνικά και άσχημα. Που δε θελήσαμε να δούμε πόσο σάπιος είναι ο κόσμος και τον ψεκάζαμε συνεχώς με δυνατά αρώματα έχοντας την ελπίδα πως θα ποτίσει και θα καλύψει αυτή τη μπόχα.
Που βγάζαμε κομμάτι από την ψυχή μας και το μετατρέπαμε σε μια παλέτα γεμάτη χρώματα και τη μοιράζαμε σ’ όσους είχαν βυθιστεί στο μουντό γκρίζο.
Εμείς, που παλεύαμε πάντα για το καλό των άλλων, χωρίς όμως να υπολογίσουμε κάτι πολύ βασικό.Πως δεν μπορείς να βοηθήσεις κάποιον αν εκείνος δεν είναι διατεθειμένος να βοηθηθεί. Πως δεν μπορείς να σώσεις τον κόσμο αν ο ίδιος δε θέλει να σωθεί. Ό,τι και να κάνεις, όσο καλό κι αν προσφέρεις, αν ο άλλος δεν προτίθεται να το αξιοποιήσει, τζάμπα κόπος είναι.
Το πιθανότερο σενάριο, είναι πως κάποια στιγμή θα κουραστείς, θ’ αδειάσεις. Θα δίνεις μόνιμα κομμάτια από εσένα, θα μοιράζεις την αγάπη και την ενέργειά σου ώσπου δε θα χεις άλλο να δώσεις πια. Ώσπου δε θα έχεις το κουράγιο και το σθένος να βοηθήσεις. Θα είσαι πάντα εκεί γι αυτούς που νοιάζεσαι, για εκείνους που σε χρειάζονται, μα κάποια στιγμή δε θ’ αντέξεις άλλο.
Δεν είναι πως περιμένεις να πάρεις τίποτα πίσω, ό,τι κάνεις, το κάνεις γιατί νιώθεις εσύ καλά με το να προσφέρεις. Είναι όμως που δε γίνεται να σπαταλάς την ενέργειά σου σε κάτι και να μην υπάρχει τίποτα από το οποίο μπορείς εσύ να λάβεις ενέργεια για να λειτουργήσεις ξανά. Θα φτάσεις σ’ ένα σημείο που θα έχουν ρουφήξει όλη σου τη ζωτικότητα και θα νιώθεις άδειος πια. Κενός. Ανήμπορος να προσφέρεις. Ν’ αγαπήσεις εσύ ο ίδιος και ν’ αγαπηθείς.
Θ’ αλλάξεις. Θα δοκιμάσεις να γίνεις σαν εκείνους, να δεις πώς ζουν και πώς καταφέρνουν να επιβιώνουν. Θα προσπαθήσεις πολύ για να καταλάβεις. Για να ταιριάξεις. Δε θα τα καταφέρεις. Δε θα μπορέσεις να χωρέσεις στα καλούπια τους. Δεν είσαι σαν κι αυτούς εσύ. Δε θ’ αντέξεις τη μιζέρια τους και τη βουβή ζωή τους.
Εσύ θέλεις χρώματα, ένταση, πάθος, αγάπη. Θέλεις να ζεις κι όχι απλά να υπάρχεις. Θέλεις να νιώθεις, να προσφέρεις, να μοιράζεσαι. Θέλεις να είσαι ελεύθερος.
Δεν μπορείς το μέτριο, δε γεννήθηκες για αυτό. Κι ας σε λένε φαντασμένο. Ξέρεις πως δε σου ταιριάζει αυτός ο κόσμος. Δεν είναι για σένα ούτε αυτή η σαπίλα που επικρατεί ούτε οι άνθρωποι που έγιναν μηχανές. Που ξέχασαν να ζουν κι απλά επιβιώνουν.
Δεν είναι αυτή η ζωή. Ζω, σημαίνει αγαπώ. Αγαπώ, σημαίνει νοιάζομαι. Νοιάζομαι, σημαίνει προσφέρω.
Όχι, δεν είμαστε εμείς οι φαντασμένοι, οι τρελοί κι οι ονειροπόλοι. Εμείς είμαστε πλάσματα που βρέθηκαν εδώ «κατά τύχη» και προσπαθούν να βάλουν μια τάξη στη χαώδη αταξία σας. Που θέλουν να βοηθήσουν αλλά δεν το επιτρέπετε.
Ναι, σ’ εσένα μιλάω, άνθρωπε. Σ’ εσένα που δε βλέπεις πόση ευτυχία βρίσκεται κρυμμένη μέσα σου. Και που πασχίζεις να τη βρεις γύρω σου, σε κάθε εξωγενή παράγοντα. Μα ξεχνάς πως η ευτυχία πηγάζει εκ των έσω.
Ό,τι σπείρεις θα θερίσεις, που λένε. Κι όσο κυνηγάς τη ρουτίνα, τη μιζέρια και τη δυστυχία, αυτά θα λαμβάνεις. Όσο παλεύεις να καλύψεις τα κενά σου μέσα από άλλους ανθρώπους ή πράγματα, πάντα θα μένουν κενά.
Θα γεμίζεις για λίγο, μα πάλι άδειος θα είσαι αύριο. Και δε θα νιώθεις ποτέ πλήρης. Γιατί ποτέ σου δε θα καταλάβεις πώς είναι να ζεις. Θα παλεύεις καθημερινά και θα γκρινιάζεις πως η ζωή είναι άδικη μαζί σου, πως η μοίρα στα έφερε όλα στραβά και θα βρίσκεις πάντα δικαιολογίες για να καλύψεις την ανικανότητά σου. Την ανικανότητα να τα βρεις με τον εαυτό σου. Γιατί, ξέρεις. Αυτό, είναι η αρχή του παντός.
Κι όμως, η ζωή μερικές φορές είναι άδικα δίκαιη με κάποιους.
Μάθε, άνθρωπε. Αγάπα. Μην υποτάσσεσαι και μη διατάζεις. Βρες τις ισορροπίες σου και μάθε επιτέλους να ζεις.
Ανακάλυψε την πραγματική ευτυχία μέσα σου. Μόνο τότε θα είσαι πλήρης. Μόνο τότε θα μπορέσεις να καταλάβεις. Ν’ αγαπήσεις πραγματικά και να απελευθερωθείς από τα δεσμά σου.
Ακόμα μαριονέτα είσαι κι ας φωνάζουν τα χείλη σου το αντίθετο.
Δες. Ψάξε. Μάθε.
Ζεις σ’ έναν Παράδεισο και δεν το έχεις πάρει χαμπάρι.
Γράφει η Δώρα Κουτσογιάννη
πηγή: αναπνοές
0 Σχόλια