Το σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών, είναι μια αισθητικοκινητική διαταραχή που συνήθως διαρκεί εφ’ όρου ζωής τις περισσότερες φορές κάνει την εμφάνισή του στη νεαρή ηλικία. Ο επιπολασμός του αυξάνεται με την ηλικία, αλλά στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τίθεται πολύ αργότερα.
Είναι πιο συχνό στο γυναικείο πληθυσμό και ο συνολικός επιπολασμός του τόσο στους ευρωπαίους όσο και στους Βορειοαμερικανούς εκτιμάται της τάξεως το 10% περίπου. Το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών μπορεί να είναι ιδιοπαθές (πρωτοπαθές) ή δευτεροπαθές.
Διαγνωστικά κριτήρια (πρέπει να πληρούνται όλα)
Έντονη παρόρμηση για κίνηση των ποδιών, η οποία αρκετά συχνά συνοδεύεται από δυσάρεστες μη ανεκτές παραισθησίες (προσωρινή μεταβολή στην αίσθηση).
Κινητική ανησυχία (όσο διαρκεί η κίνηση των ποδιών συνήθως επέρχεται άμεση μερική ανακούφιση).
Η κινητική ανησυχία συμβαίνει τις βραδινές ώρες ή επιδεινώνεται κατά την διάρκεια της νύχτας.
Η παρόρμηση για κίνηση των ποδιών πυροδοτείται ή χειροτερεύει από την ανάπαυση (οι ασθενείς αναφέρουν ότι αρχίζει αμέσως μόλις καθίσουν να ξεκουραστούν για λίγο).
Το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών όταν εμφανίζεται σε άτομα ηλικίας <45 ετών είναι συνήθως πρωτοπαθές, μερικές φορές έχει οικογενή χαρακτήρα, έχει αργή εξέλιξη και περιόδους ύφεσης. Όταν εμφανίζεται σε άτομα ηλικίας >45 ετών είναι συνήθως δευτεροπαθές και έχει σχετικά ταχεία εξέλιξη, χωρίς μεσοδιαστήματα ύφεσης ή ελεύθερα συμπτωματολογίας.
Στις προχωρημένες μορφές ή στα άτομα που εμφανίζουν και διαταραχές ύπνου, μπορεί να αφορά και σε κάποιο άνω άκρο, στον κορμό ή ακόμα και στο πρόσωπο. Η κατανάλωση αλκοόλ, ιδιαίτερα εάν κάποιος είναι βαρύς πότης, εκλύει η επιδεινώνει τη συμπτωματολογία.
Πρωτοπαθές σύνδρομο (ιδιοπαθές )
Το πρωτοπαθές σύνδρομο ανήσυχων ποδιών εμφανίζεται με αυξημένη συχνότητα περίπου 40-50% και στους 1ου βαθμού συγγενείς των πασχόντων. Ο τρόπος μεταβίβασής του συνδέεται στενά με κάποιες γονιδιακές περιοχές τεσσάρων τουλάχιστον χρωμοσωμάτων (2p, 6p, 15q, 12q).
Δευτεροπαθές σύνδρομο
Το δευτεροπαθές σύνδρομο ανήσυχων ποδιών παρατηρείται πολύ συχνά σε ουραιμικούς ασθενείς καθώς και σε άτομα με ανεπάρκεια σιδήρου, φολλικού οξέος, βιταμίνης β12. Εμφανίζεται (όχι σπάνια) και κατά την διάρκεια της κύησης πιθανόν λόγω έλλειψης Fe (η πιθανότητα εμφάνισης του συνδρόμου κατά την περίοδο αυτή είναι τριπλάσια σε σύγκριση με την περίοδο που η γυναίκα δεν κυοφορεί). Παρατηρείται επίσης σε πολυνευροπάθειες, ριζοπάθειες, μυελοπάθειες, Parkinson αλλά και στη λήψη διαφόρων φαρμάκων (καφεΐνη, λίθιο, νιφεδιπίνη, αντιψυχωτικά, μνοσήματα του κολλαγόνου και ινομυαλγία ).
Αιτιοπαθογένεια
Η αιτία του συνδρόμου ανήσυχων ποδιών (ΣΑΠ) παραμένει άγνωστη. Η πιο γνωστή παθοφυσιολογική υπόθεση είναι ανωμαλία στην δράση της ντοπαμίνης στο κεντρικό νευρικό σύστημα σε συνδυασμό με άδειες αποθήκες σιδήρου στον οργανισμό. Επίσης το γεγονός ότι το ΣΑΠ είναι παρόν και στους ασθενείς με αυχενική μυελοπάθεια και ριζοπάθεια και η παρουσία των περιοδικών κινήσεων των ποδιών ενισχύουν τη συμμετοχή του νωτιαίου μυελού στην παθοφυσιολογία του ΣΑΠ.
Θεραπεία: Είναι λογικό ότι η θεραπεία του δευτεροπαθούς ΣΑΠ είναι η καλή ρύθμιση της νόσου που προκαλεί τις ενοχλήσεις στα άκρα. Στο ιδιοπαθές ΣΑΠ η θεραπεία αρχίζει όταν η επιβάρυνση από τη διαταραχή του ύπνου στην καθημερινή ζωή είναι σημαντική (χρόνια κούραση, δυσκολία συγκέντρωσης). Η πρώτη γραμμή της φαρμακευτικής αγωγής αποτελείται από ντοπαμινεργικά σκευάσματα ή levodopa. H δεύτερη γραμμή αποτελείται από τις βενζοδιαζεπίνες (clonazepam), αντισπασμωδικά (tegretol, carbamazepine, gabapentine) ασθενή οπιοειδή ( codeine , dihydrocodeine).
Στους περισσότερους συμπτωματικούς ασθενείς αρχίζουμε με λεβοντόπα 50 -100 mgr / ημέρα ή με ένα ντοπαμινεργικό σκεύασμα μαζί με αντιεμετικό. Είναι δυνατό να χορηγούνται και αναλγητικά. Σημαντικό εκ μέρους του ασθενούς είναι να κοιμάται την ίδια ώρα και να αποφεύγει το μεσημεριανό ύπνο και τα ποτά με καφείνη.
Φυσιοθεραπεία: Μπορούν να εφαρμοστούν ήπιες ασκήσεις, ζεστά ή κρύα λουτρά, μαλάξεις των μελών, δονητική ή ηλεκτρική διέγερση των ποδιών πριν από την κατάκλιση.
Το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών (RLS) μπορεί να έχει περιόδους ύφεσης και σε μερικές περιπτώσεις δεν επανεμφανίζεται, αλλά στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι επίμονο και διαρκεί ισόβια.
Νευρολόγος Νικόλαος Θάνος
Πηγή: www.thenewspaper.gr
0 Σχόλια